Έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι δεν θα ξεχάσω ποτέ την Αγγελική, τον Νώντα και την Παρασκευή.
Ναι, έτσι, με τα ονόματά τους, και όχι με τον βολικό κωδικό τους «οι τρεις της Μαρφίν».
Ξαναμπήκα δύο χρόνια μετά να ξαναδώ την εκπομπή των «Πρωταγωνιστών» τα βίντεο και τις περιγραφές, τους μαύρους καπνούς, τους εγκλωβισμένους εργαζόμενους στα μπαλκόνια, τους διαδηλωτές που τράβαγαν από τα κινητά τους το θέαμα, τη φωνή της διαδηλώτριας «ρε παιδιά, να βοηθήσουμε, θα καούν οι άνθρωποι!», την ντουντούκα «προχωράμε, προχωράμε!», τη φωνή στο κινητό «ελάτε γρήγορα, καίγονται, Σταδίου 23, τράπεζα είναι, δεν κάνω πλάκα!» Και όταν όλα θα έχουν συμβεί, όταν η μάνα της Αγγελικής (;) φθάνει στο καμένο κτήριο, θα ξαναβλέπω τους «αγανακτισμένους» με τη χουλιγκάνικη αγριάδα να φωνάζουν στους αστυνομικούς: «πέστε στη μάνα ότι είναι καλά το παιδί της, ρε αλήτες!».
Ναι, ήταν «σε καλή κατάσταση» το παιδί της. Δεν είχε καεί. Το σώμα ήταν μαυρισμένο από τους καπνούς και το στόμα ανοιχτό στην αγωνία για λίγο οξυγόνο που δεν κατάφερε να βρει. Το σταυρουδάκι στον λαιμό της βοήθησε στην αναγνώριση.
Μα και βέβαια όλοι λυπηθήκαμε. Όπως συστηματικά λυπούμαστε μετά από κάθε καταστροφή, ανοίγοντας έναν πήχυ τα στόματά μας, όχι από χασμουρητό, αλλά από έκπληξη. Έγινε κι αυτό! Ναι, έγινε κι αυτό και μετά ακολούθησαν κι άλλα.
Τους δολοφονημένους της Μαρφίν τούς τρώει η λήθη της πολιτικής ορφάνιας. Πώς να το κάνουμε. Δεν είναι ήρωες, αγωνιστές - νεκροί. Δεν πήγαν από βόλι μπάτσου. Δεν ήταν από τη σωστή μεριά. Δεν τους αρμόζουν μελοποιημένα ποιήματα από τους μεγάλους πατριώτες στιχουργούς και συνθέτες. Δεν τους αρμόζουν εκδηλώσεις μνήμης. Καλύτερα να ξεχαστούν. Άλλωστε πρόκειται για απώλειες που από αρκετούς χρεώνονται στο ΔΝΤ και στους Γερμανούς. «Οι πρώτοι νεκροί του ΔΝΤ» γράφει κάτω από ένα σχετικό βίντεο ένας ανάλγητος βλάκας στο διαδίκτυο.
Μια λήθη, μια επιλεκτική αμνησία, που επιβάλλουν πολλοί και ανόμοιοι. Οι ψευτοπροοδευτικοί της ανοχής στην κυριαρχία των κανιβάλων με τις κουκούλες, οι κάπηλοι που βλέπουν ένα τυπικό έγκλημα των αριστερών, οι διωκτικές αρχές που στέκονται, μέχρι σήμερα, ανίκανες να στοιχειοθετήσουν τηνυπόθεση.
Τα κόμματα το καταδίκασαν. Ξέρετε, με εκείνες τις ομιλίες στη Βουλή που σε κάνουν να σκέφτεσαι: Μα γιατί δεν το βουλώνουν καλύτερα;
Φαίνεται παράδοξο, αλλά μια ειλικρινής και απερίφραστη καταδίκη προήλθε από έναν αντιεξουσιαστή. Τον Παναγιώτη Παπαδόπουλο, τον «Κάιν των Εξαρχείων», που μπροστά στην κάμερα του Σταύρου Θεοδωράκη καταδικάζει τον ίσο όλεθρο της εξουσίας της βίας θεωρώντας τους τρεις νεκρούς αδέλφια του.
Πέρασαν δύο χρόνια λοιπόν. Ας αντισταθούμε στη λήθη και στην επιλεκτική μνήμη των γεγονότων και των θυμάτων. Όχι από μισαλλοδοξία, όχι για καπηλεία, αλλά για να σταματήσουν να συμβαίνουν. Για να μη συνηθίσουμε στην ατιμωρησία των εγκληματιών και στην κτηνωδία των «παράπλευρων απωλειών».
(του Θανάση Σκόκου, από το protagon.gr)
Ναι, έτσι, με τα ονόματά τους, και όχι με τον βολικό κωδικό τους «οι τρεις της Μαρφίν».
Ξαναμπήκα δύο χρόνια μετά να ξαναδώ την εκπομπή των «Πρωταγωνιστών» τα βίντεο και τις περιγραφές, τους μαύρους καπνούς, τους εγκλωβισμένους εργαζόμενους στα μπαλκόνια, τους διαδηλωτές που τράβαγαν από τα κινητά τους το θέαμα, τη φωνή της διαδηλώτριας «ρε παιδιά, να βοηθήσουμε, θα καούν οι άνθρωποι!», την ντουντούκα «προχωράμε, προχωράμε!», τη φωνή στο κινητό «ελάτε γρήγορα, καίγονται, Σταδίου 23, τράπεζα είναι, δεν κάνω πλάκα!» Και όταν όλα θα έχουν συμβεί, όταν η μάνα της Αγγελικής (;) φθάνει στο καμένο κτήριο, θα ξαναβλέπω τους «αγανακτισμένους» με τη χουλιγκάνικη αγριάδα να φωνάζουν στους αστυνομικούς: «πέστε στη μάνα ότι είναι καλά το παιδί της, ρε αλήτες!».
Ναι, ήταν «σε καλή κατάσταση» το παιδί της. Δεν είχε καεί. Το σώμα ήταν μαυρισμένο από τους καπνούς και το στόμα ανοιχτό στην αγωνία για λίγο οξυγόνο που δεν κατάφερε να βρει. Το σταυρουδάκι στον λαιμό της βοήθησε στην αναγνώριση.
Μα και βέβαια όλοι λυπηθήκαμε. Όπως συστηματικά λυπούμαστε μετά από κάθε καταστροφή, ανοίγοντας έναν πήχυ τα στόματά μας, όχι από χασμουρητό, αλλά από έκπληξη. Έγινε κι αυτό! Ναι, έγινε κι αυτό και μετά ακολούθησαν κι άλλα.
Τους δολοφονημένους της Μαρφίν τούς τρώει η λήθη της πολιτικής ορφάνιας. Πώς να το κάνουμε. Δεν είναι ήρωες, αγωνιστές - νεκροί. Δεν πήγαν από βόλι μπάτσου. Δεν ήταν από τη σωστή μεριά. Δεν τους αρμόζουν μελοποιημένα ποιήματα από τους μεγάλους πατριώτες στιχουργούς και συνθέτες. Δεν τους αρμόζουν εκδηλώσεις μνήμης. Καλύτερα να ξεχαστούν. Άλλωστε πρόκειται για απώλειες που από αρκετούς χρεώνονται στο ΔΝΤ και στους Γερμανούς. «Οι πρώτοι νεκροί του ΔΝΤ» γράφει κάτω από ένα σχετικό βίντεο ένας ανάλγητος βλάκας στο διαδίκτυο.
Μια λήθη, μια επιλεκτική αμνησία, που επιβάλλουν πολλοί και ανόμοιοι. Οι ψευτοπροοδευτικοί της ανοχής στην κυριαρχία των κανιβάλων με τις κουκούλες, οι κάπηλοι που βλέπουν ένα τυπικό έγκλημα των αριστερών, οι διωκτικές αρχές που στέκονται, μέχρι σήμερα, ανίκανες να στοιχειοθετήσουν τηνυπόθεση.
Τα κόμματα το καταδίκασαν. Ξέρετε, με εκείνες τις ομιλίες στη Βουλή που σε κάνουν να σκέφτεσαι: Μα γιατί δεν το βουλώνουν καλύτερα;
Φαίνεται παράδοξο, αλλά μια ειλικρινής και απερίφραστη καταδίκη προήλθε από έναν αντιεξουσιαστή. Τον Παναγιώτη Παπαδόπουλο, τον «Κάιν των Εξαρχείων», που μπροστά στην κάμερα του Σταύρου Θεοδωράκη καταδικάζει τον ίσο όλεθρο της εξουσίας της βίας θεωρώντας τους τρεις νεκρούς αδέλφια του.
Πέρασαν δύο χρόνια λοιπόν. Ας αντισταθούμε στη λήθη και στην επιλεκτική μνήμη των γεγονότων και των θυμάτων. Όχι από μισαλλοδοξία, όχι για καπηλεία, αλλά για να σταματήσουν να συμβαίνουν. Για να μη συνηθίσουμε στην ατιμωρησία των εγκληματιών και στην κτηνωδία των «παράπλευρων απωλειών».
(του Θανάση Σκόκου, από το protagon.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου